Αυτές τις ημέρες το θεατρόφιλο κοινό της Λάρισας είχε ξανά
την χαρά να παρακολουθήσει την εμπορική επιτυχία, του συγγραφικού δίδυμου
Μιχάλη Ρέππα και Θανάση Παπαθανασίου, «Συμπέθεροι από τα Τίρανα» στο Κηποθέατρο
του Ακαζάρ. «Συμπέθεροι από τα Τίρανα» η μεγαλύτερη εμπορική και καλλιτεχνική
επιτυχία των τελευταίων τριών χρόνων στην Αθήνα, αγαπήθηκε το ίδιο και στην
επαρχία.
Για δεύτερο καλοκαίρι το έργο ταξίδεψε ανά Ελλάδα και φυσικά ήρθε για δεύτερη φορά και στη Λάρισα ( για δύο παραστάσεις Τρίτη 23 και Τετάρτη 24 Αυγούστου) με τους ίδιους πρωταγωνιστές, Οι αγαπημένοι μας, ταλαντούχοι ηθοποιοί Χρήστος Χατζηπαναγιώτης, Τζόυς Ευείδη, Δημήτρης Μαυρόπουλος και Βίκυ Σταυροπούλου. Υπέροχες οι ερμηνείες τους μα περισσότερο μου άρεσε η ερμηνεία του Χρήστου Χατζηπαναγιώτη ως πατέρα της κόρης.
Πρόκειται για μια λαϊκή φαρσοκωμωδία, από τα καλύτερα έργα των Ρέππα-Παπαθανασίου, η οποία σατιρίζει την γκλαμουριά και την απληστία του Έλληνα. Η ιστορία είναι λίγο ως πολύ γνωστή. Μια οικογένεια νεόπλουτων ελλήνων που ζουν σε χωριό της ελληνικής επικράτειας, περιμένουν την μονάκριβη κόρη τους να επιστρέψει από τις σπουδές στο Λονδίνο μαζί με τον Λόρδο υποψήφιο γαμπρό. Αυτός όμως είναι αλβανός, κάτι που προκαλεί αντιδράσεις από την οικογένεια της κόρης ενώ το κερασάκι στη τούρτα, σε όλο αυτό το μπέρδεμα, είναι η "φιλοξενία" των γονιών του γαμπρού. Μέσα από το κείμενο των Ρέπα-Παπαθανασίου, διακωμωδείται όλη η νεοελληνική κοινωνία, η διαπλοκή με το κομματικό σύστημα και η αρχοντοχωριατιά των ελλήνων.
Πρωταγωνιστούν επίσης οι: Κώστας Καζάκας, Νατάσσα Κοτσοβού, Νίκη Λάμη, Χρήστος Τριπόδης και Μάνος Ιωάννου. Σκηνοθεσία: Θανάσης Παπαθανασίου-Μιχάλης Ρέππας. Σκηνικά: Αντώνης Δαγκλίδης. Κοστούμια: Έβελυν Σιούπη. Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος.
Αν τους συναντήσετε σε κάποιο χώρο στη καλοκαιρινή τους περιοδεία να πάτε να δείτε την παράσταση. Γέλιο άφθονο σε ένα πολύ καλά δομημένο κείμενο.
Σημείωμα των συγγραφέων.
Η Ελλάδα, από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι και τη δεκαετία του ‘70 υπήρξε μια χώρα εκροής μεταναστών. Τα σημάδια της μετανάστευσης είναι ακόμα νωπά στην κοινωνία μας. Οι φωνές του Στέλιου Καζαντζίδη και του Στράτου Διονυσίου, που ήταν οι τελευταίοι που τραγούδησαν τη νοσταλγία και τον πόνο του γκαστερμπάιντερ, είναι ακόμη ζωντανές στ’ αυτιά μας. Και ξαφνικά από παρίες του δυτικού κόσμου βρεθήκαμε να είμαστε μια «εύπορη» χώρα υποδοχής μεταναστών. Το σοκ ήταν τεράστιο και το ερώτημα αυτόματο. Είμαστε θεσμικά, πολιτιστικά και ηθικά έτοιμοι να δεχτούμε ξένους;
Από το 2000, την εποχή που γράφαμε το έργο «ο Έβρος απέναντι», μας δημιουργήθηκε η ιδέα να γράψουμε μια κωμωδία με το ίδιο ακριβώς θέμα, το ρατσισμό, όπως διαμορφώθηκε στην Ελλάδα τα είκοσι τελευταία χρόνια. Το αποφασίσαμε πέρσι. Επτά χρόνια αργότερα, το χειμώνα του 2007 προς 2008 γράψαμε τους «συμπέθερους», ενώ στις τηλεοράσεις παιζόταν το σκάνδαλο Ζαχόπουλου, το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων, οι Ινδοί στο αναψυκτήριο του Μαγγίνα και η δακρύβρεχτη ιστορία της Ρούλας Βροχοπούλου με τον ωραίο αδιάφορο Φραν. Θέματα με την πρώτη ματιά άσχετα με το έργο μας, που ξαφνικά άρχισαν να παρεισφρύουν στις σκηνές και να διαποτίζουν τους διαλόγους χωρίς να το θέλουμε. Το έργο άρχισε να απορροφά την επικαιρότητα με έναν τρόπο αυτόματο και σίγουρα πέρα από τις προθέσεις μας. Γιατί η κωμική μυθοπλασία δεν έχει στόχο να σχολιάσει την τρέχουσα επικαιρότητα, αλλά να εκφράσει και να αποκαλύψει το βαθύτερο αίσθημα της κοινωνίας διαχρονικά.
Η επικαιρότητα είναι το πεδίο της επιθεώρησης. Αλλά όταν η επικαιρότητα ξεπερνά κάθε μυθοπλασία και παράγει πλοκές και ήρωες τόσο πυκνωτικά αντιπροσωπευτικούς της κοινωνίας, όταν οι μηχανισμοί εξουσίας, αλλά και οι μηχανισμοί ελέγχου της εξουσίας ταυτίζονται και αυτοαποκαλύπτονται τόσο κωμικά και ξεδιάντροπα, όταν η ειδησεογραφία γίνεται φάρσα, η κωμωδία δεν έχει παρά να «μαγνητοφωνήσει» και να «υποκλέψει» το υλικό της από την πραγματικότητα. Έτσι με κεντρικό άξονα το μεταμοντέρνο ρατσισμό μας, που έχει ταυτίσει τη λέξη «Αλβανός» με τη λέξη «ύποπτος», άρχισε να προκύπτει από μόνο του ένα έργο που αφομοίωσε όλο αυτό το κομφούζιο της διαπλοκής και του λαϊκισμού, που εκ πρώτης όψεως είναι άσχετα με τον ρατσισμό, αλλά αποτελούν συμπτώματα της ίδιας παθογένειας.
Σεισμικές δονήσεις που έρχονται από τα ίδια γεωλογικά ρήγματα. Ρήγματα σε ένα υπέδαφος που κινείται πολλές φορές επικίνδυνα και βίαιες ανακατατάξεις σε μια επιφάνεια όπου τα όρια του Έλληνα και του Ελληνάρα συγχέονται καταστροφικά. Γι’ αυτό εδώ πρέπει να δηλώσουμε ότι τα πρόσωπα και οι καταστάσεις του έργου μας είναι μεν φανταστικά αλλά κάθε πιθανή ομοιότης με πραγματικά ήταν σίγουρα ακούσια αλλά οπωσδήποτε αναπόφευκτη.
Για δεύτερο καλοκαίρι το έργο ταξίδεψε ανά Ελλάδα και φυσικά ήρθε για δεύτερη φορά και στη Λάρισα ( για δύο παραστάσεις Τρίτη 23 και Τετάρτη 24 Αυγούστου) με τους ίδιους πρωταγωνιστές, Οι αγαπημένοι μας, ταλαντούχοι ηθοποιοί Χρήστος Χατζηπαναγιώτης, Τζόυς Ευείδη, Δημήτρης Μαυρόπουλος και Βίκυ Σταυροπούλου. Υπέροχες οι ερμηνείες τους μα περισσότερο μου άρεσε η ερμηνεία του Χρήστου Χατζηπαναγιώτη ως πατέρα της κόρης.
Πρόκειται για μια λαϊκή φαρσοκωμωδία, από τα καλύτερα έργα των Ρέππα-Παπαθανασίου, η οποία σατιρίζει την γκλαμουριά και την απληστία του Έλληνα. Η ιστορία είναι λίγο ως πολύ γνωστή. Μια οικογένεια νεόπλουτων ελλήνων που ζουν σε χωριό της ελληνικής επικράτειας, περιμένουν την μονάκριβη κόρη τους να επιστρέψει από τις σπουδές στο Λονδίνο μαζί με τον Λόρδο υποψήφιο γαμπρό. Αυτός όμως είναι αλβανός, κάτι που προκαλεί αντιδράσεις από την οικογένεια της κόρης ενώ το κερασάκι στη τούρτα, σε όλο αυτό το μπέρδεμα, είναι η "φιλοξενία" των γονιών του γαμπρού. Μέσα από το κείμενο των Ρέπα-Παπαθανασίου, διακωμωδείται όλη η νεοελληνική κοινωνία, η διαπλοκή με το κομματικό σύστημα και η αρχοντοχωριατιά των ελλήνων.
Πρωταγωνιστούν επίσης οι: Κώστας Καζάκας, Νατάσσα Κοτσοβού, Νίκη Λάμη, Χρήστος Τριπόδης και Μάνος Ιωάννου. Σκηνοθεσία: Θανάσης Παπαθανασίου-Μιχάλης Ρέππας. Σκηνικά: Αντώνης Δαγκλίδης. Κοστούμια: Έβελυν Σιούπη. Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος.
Αν τους συναντήσετε σε κάποιο χώρο στη καλοκαιρινή τους περιοδεία να πάτε να δείτε την παράσταση. Γέλιο άφθονο σε ένα πολύ καλά δομημένο κείμενο.
Σημείωμα των συγγραφέων.
Η Ελλάδα, από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι και τη δεκαετία του ‘70 υπήρξε μια χώρα εκροής μεταναστών. Τα σημάδια της μετανάστευσης είναι ακόμα νωπά στην κοινωνία μας. Οι φωνές του Στέλιου Καζαντζίδη και του Στράτου Διονυσίου, που ήταν οι τελευταίοι που τραγούδησαν τη νοσταλγία και τον πόνο του γκαστερμπάιντερ, είναι ακόμη ζωντανές στ’ αυτιά μας. Και ξαφνικά από παρίες του δυτικού κόσμου βρεθήκαμε να είμαστε μια «εύπορη» χώρα υποδοχής μεταναστών. Το σοκ ήταν τεράστιο και το ερώτημα αυτόματο. Είμαστε θεσμικά, πολιτιστικά και ηθικά έτοιμοι να δεχτούμε ξένους;
Από το 2000, την εποχή που γράφαμε το έργο «ο Έβρος απέναντι», μας δημιουργήθηκε η ιδέα να γράψουμε μια κωμωδία με το ίδιο ακριβώς θέμα, το ρατσισμό, όπως διαμορφώθηκε στην Ελλάδα τα είκοσι τελευταία χρόνια. Το αποφασίσαμε πέρσι. Επτά χρόνια αργότερα, το χειμώνα του 2007 προς 2008 γράψαμε τους «συμπέθερους», ενώ στις τηλεοράσεις παιζόταν το σκάνδαλο Ζαχόπουλου, το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων, οι Ινδοί στο αναψυκτήριο του Μαγγίνα και η δακρύβρεχτη ιστορία της Ρούλας Βροχοπούλου με τον ωραίο αδιάφορο Φραν. Θέματα με την πρώτη ματιά άσχετα με το έργο μας, που ξαφνικά άρχισαν να παρεισφρύουν στις σκηνές και να διαποτίζουν τους διαλόγους χωρίς να το θέλουμε. Το έργο άρχισε να απορροφά την επικαιρότητα με έναν τρόπο αυτόματο και σίγουρα πέρα από τις προθέσεις μας. Γιατί η κωμική μυθοπλασία δεν έχει στόχο να σχολιάσει την τρέχουσα επικαιρότητα, αλλά να εκφράσει και να αποκαλύψει το βαθύτερο αίσθημα της κοινωνίας διαχρονικά.
Η επικαιρότητα είναι το πεδίο της επιθεώρησης. Αλλά όταν η επικαιρότητα ξεπερνά κάθε μυθοπλασία και παράγει πλοκές και ήρωες τόσο πυκνωτικά αντιπροσωπευτικούς της κοινωνίας, όταν οι μηχανισμοί εξουσίας, αλλά και οι μηχανισμοί ελέγχου της εξουσίας ταυτίζονται και αυτοαποκαλύπτονται τόσο κωμικά και ξεδιάντροπα, όταν η ειδησεογραφία γίνεται φάρσα, η κωμωδία δεν έχει παρά να «μαγνητοφωνήσει» και να «υποκλέψει» το υλικό της από την πραγματικότητα. Έτσι με κεντρικό άξονα το μεταμοντέρνο ρατσισμό μας, που έχει ταυτίσει τη λέξη «Αλβανός» με τη λέξη «ύποπτος», άρχισε να προκύπτει από μόνο του ένα έργο που αφομοίωσε όλο αυτό το κομφούζιο της διαπλοκής και του λαϊκισμού, που εκ πρώτης όψεως είναι άσχετα με τον ρατσισμό, αλλά αποτελούν συμπτώματα της ίδιας παθογένειας.
Σεισμικές δονήσεις που έρχονται από τα ίδια γεωλογικά ρήγματα. Ρήγματα σε ένα υπέδαφος που κινείται πολλές φορές επικίνδυνα και βίαιες ανακατατάξεις σε μια επιφάνεια όπου τα όρια του Έλληνα και του Ελληνάρα συγχέονται καταστροφικά. Γι’ αυτό εδώ πρέπει να δηλώσουμε ότι τα πρόσωπα και οι καταστάσεις του έργου μας είναι μεν φανταστικά αλλά κάθε πιθανή ομοιότης με πραγματικά ήταν σίγουρα ακούσια αλλά οπωσδήποτε αναπόφευκτη.
*Ιστοσελίδα αποΛάρισα, 25 Αυγούστου 2011. «Συμπέθεροι από τα Τίρανα»
της Αίγλης Μότσιου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.