Να ζει κανείς ή να μην ζει; Ή Ναζί κανείς ή να μην
ζει;
Το έργο μας μεταφέρει στην γερμανοκρατούμενη Πολωνία του 1941, διανθίζοντας τη σκοτεινή ατμόσφαιρα της εποχής με μουσικά νούμερα, λαμπερές τουαλέτες, αγωνιώδεις καταδιώξεις και κωμικές ανατροπές. Πρόκειται για ένα έργο που διαδραματίζεται στα παρασκήνια ενός θεάτρου και έχοντας ως δόλωμα τις ερωτικές διαπλοκές ενός ζευγαριού Εβραίων θεατρίνων, εξαίρει την αντιστασιακή άμυλα του λαού και εξευτελίζει τους ναζιστές εξουσιαστές του. Φαρσοκωμωδία γνωστή από την κινηματογραφική της μεταφορά με τον Μελ Μπρουκς.
Το έργο μας μεταφέρει στην γερμανοκρατούμενη Πολωνία του 1941, διανθίζοντας τη σκοτεινή ατμόσφαιρα της εποχής με μουσικά νούμερα, λαμπερές τουαλέτες, αγωνιώδεις καταδιώξεις και κωμικές ανατροπές. Πρόκειται για ένα έργο που διαδραματίζεται στα παρασκήνια ενός θεάτρου και έχοντας ως δόλωμα τις ερωτικές διαπλοκές ενός ζευγαριού Εβραίων θεατρίνων, εξαίρει την αντιστασιακή άμυλα του λαού και εξευτελίζει τους ναζιστές εξουσιαστές του. Φαρσοκωμωδία γνωστή από την κινηματογραφική της μεταφορά με τον Μελ Μπρουκς.
Με αγαπημένους ηθοποιούς, έξυπνες ατάκες και
μοναδικές ερμηνείες, η κωμωδία του Nick Witdy «Να ζει κανείς ή να μη ζει;»
ταξιδεύει σ΄ όλη την Ελλάδα χαρίζοντας δύο ώρες πραγματικής διασκέδασης.
Η παράσταση, η οποία συνοδεύεται από τις μελωδίες της Αφροδίτης
Μάνου, ταξιδεύει στην Πολωνία του 1941, την περίοδο της γερμανικής κατοχής, σε
ένα θέατρο στη Βαρσοβία, στο οποίο ανεβάζει παραστάσεις ένα διάσημο ζευγάρι
ηθοποιών. Η Άννα Μπρόνσκι (Κάτια Δανδουλάκη) είναι μια μεγάλη ντίβα του
Θεάτρου με τεράστια αναγνωρισιμότητα, ο Φρέντερικ Μπρόνσκι (Χρήστος
Χατζηπαναγιώτης) προσπαθεί απεγνωσμένα (σε σημείο κωμικοτραγικό) να
πλασαριστεί ως ο κορυφαίος ηθοποιός της χώρας, παραμένοντας όμως μοιραία στη
σκιά της λαμπερής γυναίκας του. Η ιστορία ξεκινά όταν η ντίβα αρχίζει τα
σαλιαρίσματα με ένα νεαρό αξιωματικό και μετέπειτα αντιστασιακό τον Αντρέι
Σομπίνσκι (Γιάννης Τσιμιτσέλης) στα καμαρίνια, την ώρα που ο σύζυγός της
εκτελεί (κυριολεκτικά και μεταφορικά) τον Άμλετ στη σκηνή. Και τότε αρχίζουν τα
παρατράγουδα: στην προσπάθειά τους να κρύψουν τον δεσμό τους, η πρωταγωνίστρια και
ο νεαρός προκαλούν μια σειρά παρεξηγήσεων, οι οποίες περιπλέκονται περισσότερο
όταν στην υπόθεση έρχονται να προστεθούν μία υπεράνω υποψίας κατάσκοπος των
Γερμανών η Γιαρμίλα Κοκολίτσκι (Χριστίνα Τσάφου), ένας Γερμανός
στρατηγός ο Μπρούνο Έρχαρτ (Τάσος Κωστής), η αυστηρή βοηθός του η
Γκούντρουν Μπούντερστανκ (Σοφία Μουτίδου) και, τελικά, όλος ο θίασος του
θεάτρου.
Στο όμορφο κηποθέατρο της Λάρισας
φιλοξενήθηκε πριν λίγες ημέρες η παράσταση Να ζει κανείς ή να μην ζει; με πολύ
πολύ αγαπημένους ηθοποιούς. Για την κυρία Δανδουλάκη τι να γράψω εγώ, το
μεγάλο ταλέντο της, οι πολλές επιτυχίες της και η διάρκεια στο θέατρο (σαράντα
περίπου έτη) είναι γνωστά και αδιαμφισβήτητα. Την κυρία Δανδουλάκη πρώτη φορά
την έβλεπα από πολύ κοντά, σε κερδίζει αμέσως. Δεν θυμάμαι να έχει έρθει ξανά
περιοδεία στη Λάρισα. Στο έργο, ο ρόλος της είναι η μοιραία με αριστοκρατική
φινέτσα, μεγάλη ντίβα του θεάτρου που ενώ έρχονται τα πάνω κάτω η ίδια
παραμένει ήρεμη και πετά τις «δολοφονικές» ατάκες της χαρίζοντας στο κοινό
άφθονο γέλιο. Κοντά της ο γνωστός κωμικός Χρήστος Χατζηπαναγιώτης
(πέρυσι τον είχα δει στην παράσταση Συμπέθερος από τα Τίρανα). Εκπληκτικός στο
ρόλο του, έβγαινε μεταμφιεσμένος στη σκηνή και όλοι μας πεθαίναμε στο γέλιο
έλεγε την πρώτη του ατάκα και ξαναπεθαίναμε στο γέλιο, εδώ ταιριάζει να γραφτεί
πως το έργο είναι πραγματική ξεκαρδιστική κωμωδία. Η πέτρα του σκανδάλου
Γιάννης Τσιμιτσέλης καθώς μπαίνει ανάμεσα στο ζευγάρι, αλλά και επειδή
είναι αντιστασιακός και καταδιώκεται από την Γκεστάπο, τους κάνει όλους άνω –
κάτω. Προκαλεί γέλιο αβίαστα με τις απίθανες μεταμφιέσεις του. Μεταξύ πολλών
άλλων μεταμφιέσεων, ως Άννα Μπρόνσκι αρχικά, προκειμένου να αποφύγει τη σύλληψη
από την Γκεστάπο, αλλά και ως νεαρή κατάσκοπος αργότερα, αντικείμενο του πόθου
του Γερμανού στρατηγού Μπρούνο Έρχαρτ (Τάσο Κωστή). Στέκεται επάξια δίπλα στους
μεγάλους πρωταγωνιστές Δανδουλάκη – Χατζηπαναγιώτη. Επίσης οι ταλαντούχοι
ηθοποιοί : Τάσος Κωστής, Σοφία Μουτίδου, Χριστίνα Τσάφου, Σπύρος Μεργιανός,
Πρόδρομος Τουσουνίδης δίνουν το στίγμα τους ο καθένας ξεχωριστά,
εξασφαλίζοντας την ανεβασμένη διάθεση των θεατών σε όλες σχεδόν τις σκηνές.
Διασκευή και σκηνοθεσία των ταλαντούχων και
αγαπημένων μας Θανάση Παπαθανασίου - Μιχάλη Ρέππα, οι οποίοι χάρισαν πολλές
πολλές επιτυχημένες κωμωδίες. Συγγραφέας: Nick Whitby, σκηνικά: Αντώνης
Δαγκλίδης, κοστούμια: Έβελυν Σιούπη, στίχοι – μουσική: Αφροδίτη Μάνου και
φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη.
Για το έργο, η κυρία Δανδουλάκη σε κάποια από τις συνεντεύξεις της, έχει πει: Το «Να ζει κανείς ή να μη ζει» είναι ένα ακραία διασκεδαστικό έργο με μια παιδική αφέλεια σχεδόν σπαρακτική. Μιλά για έναν θίασο στην κατεχόμενη Πολωνία που κάνει αντίσταση στους Γερμανούς. Αυτό το ιντριγκαδόρικο θέμα της κατοχής, μέσα από την αυθεντική ματιά της καλλιτεχνικής ψυχής, έχει καυστικό και πικρό χιούμορ, αφέλεια, αλλά οδηγεί στην κάθαρση. Ελπίζω ότι το κοινό θα γελάσει σε μια εποχή καταχνιάς και παραζάλης που απ’ ό,τι φαίνεται θα έχει διάρκεια. Γιατί χρειάζεται να ανοίξουμε προοπτικές για όνειρα και ιδανικά που λείπουν.
Για το έργο, η κυρία Δανδουλάκη σε κάποια από τις συνεντεύξεις της, έχει πει: Το «Να ζει κανείς ή να μη ζει» είναι ένα ακραία διασκεδαστικό έργο με μια παιδική αφέλεια σχεδόν σπαρακτική. Μιλά για έναν θίασο στην κατεχόμενη Πολωνία που κάνει αντίσταση στους Γερμανούς. Αυτό το ιντριγκαδόρικο θέμα της κατοχής, μέσα από την αυθεντική ματιά της καλλιτεχνικής ψυχής, έχει καυστικό και πικρό χιούμορ, αφέλεια, αλλά οδηγεί στην κάθαρση. Ελπίζω ότι το κοινό θα γελάσει σε μια εποχή καταχνιάς και παραζάλης που απ’ ό,τι φαίνεται θα έχει διάρκεια. Γιατί χρειάζεται να ανοίξουμε προοπτικές για όνειρα και ιδανικά που λείπουν.
@ΘΕΑΤΡΟ: Να ζει
κανείς ή να μην ζει; Ή Ναζί κανείς ή να μην ζει;
15/07/2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.